Συμβολή οδών Εληάς και Ανοίξεως, περί το 1930
«Ἔπειτα ἀπό ἕνα εὐχάριστο περίπατο ὀλίγων λεπτῶν ἐφθάσαμε στῆς «Σαραντόβρυσες» ὅπου εἰς τόν χονδρόν ἴσχιον τῶν πλατάνων καί τό κρυστάλλινο νερό τῶν πηγῶν εὔρομεν τήν καλλιτέραν ἀνταμοιβήν τοῦ κόπου μας. Ἕνας καταπράσινος τάπης πεποικιλμένος ἀπό κατάλευκες μαργαρίτες μέ χρυσάφια, ἐχρησίμευσεν ὡς τό καλλίτερον στρωσίδι μας. Οἱ Τσιντζιράδες, οἱ φλύαροι αὐτοί μουσικοί του καλοκαιργιοῦ διαρκῶς τραγουδοῦσαν, ἀδιαφοροῦντες διά τήν ταπεινωτικήν καί δύσκολον θέσιν, εἰς ἤν, ἀσφαλῶς τόν χειμώνα θά περιήρχοντο.[…] Ἄλλοτε αἵ «Σαραντόβρυσες» τάς ὁποίας ἐπαναβλέπω μετά 20 χρόνια, βροντοῦσαν ἀπό τές φωνές καί τά τραγούδια τοῦ κόσμου, ὅστις προτιμῶν τήν φυσικήν ζωήν, ἤρχετο συχνά πυκνά οἰκογενειακῶς γιά νά περάση μία μέρα δροσερή καί εὐχάριστη. Τώρα; Ἄν δέν εἴμεθα στό σπίτι, ἐξάπαντος θά μᾶς εὔρητε στά καφενεῖα τά ὁποῖα νεωτεριστικότερον κοσμικά κέντρα ἀποκαλοῦμεν. Ἄν ἡ «Ἐληά», ἡ πλησιεστέρα καί καλλιτέρα ἐξοχή τῆς πόλεώς μας, εὐρίσκετο ἀλλοῦ πουθενά, θά ἐχρησίμευεν ἀναμφιβόλως ὡς κοινόν ἑστιατόριον τῶν κατοίκων. Καί ὅμως ποιός ἀπό μᾶς πῆγε ποτέ στήν Ἐληά νά φάγη μέ τήν οἰκογένειάν του, νά ἀναπνεύση τό δροσερό καί καθαρό ἀεράκι καί νά ἀπολαύση τές μαγευτικές βραδυές πού τό φεγγάρι τ’ ἀσημένιο εἰς ὀνειρῶδες μεταβάλλει».
Εφ. "Αστήρ Βερροίας", φ. 13, 02 Αυγούστου 1925
Εφ. "Αστήρ Βερροίας", φ. 13, 02 Αυγούστου 1925